Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια πολιτεία φτιαγμένη από ζαχαρωτά, ζούσε ένας μικρός λαγός που τον έλεγαν Πίκο. Ο Πίκο δεν ήταν σαν τους άλλους λαγούς — είχε αφτιά που άστραφταν στο σκοτάδι και μύριζε την ευτυχία από μακριά!
Κάθε βράδυ, ο Πίκο πήγαινε από σπίτι σε σπίτι και άκουγε τα όνειρα των παιδιών. Μάζευε τα πιο γλυκά και φωτεινά όνειρα σε ένα μικρό σακουλάκι και τα άφηνε κάτω απ’ τα μαξιλάρια των λυπημένων παιδιών.
Μια νύχτα, ο Πίκο δεν βρήκε ούτε ένα φωτεινό όνειρο. Ο ουρανός είχε σκεπαστεί με σύννεφα και όλα τα παιδιά είχαν ανησυχίες. Τότε ο Πίκο πήγε στη λίμνη των Αστεριών και έριξε μια πέτρα, κάνοντας μια ευχή: “Να ξαναβρεί ο κόσμος τη χαρά!”
Ξαφνικά, το φεγγάρι έλαμψε πιο δυνατά από ποτέ και μια ασημένια πεταλούδα βγήκε από το νερό. Του χάρισε ένα μικρό φως – τη σπίθα της Ελπίδας.

Ο Πίκο την κράτησε στην καρδιά του και από εκείνο το βράδυ, όταν αγκάλιαζε ένα παιδί που είχε κακό όνειρο, το φως αυτό το έκανε να χαμογελά.
Και έτσι, ο κόσμος έγινε λίγο πιο ζεστός. Χάρη σε έναν μικρό λαγό με φωτεινά αφτιά και μια καρδιά γεμάτη αγάπη.

✨ Ο Πίκο και η Άννα, οι φύλακες των ονείρων
Ένα πρωί, ο Πίκο ξύπνησε με ένα περίεργο συναίσθημα. Η σπίθα της Ελπίδας, που φύλαγε στην καρδιά του, άρχισε να τρεμοπαίζει. Κάτι δεν πήγαινε καλά.
«Μάλλον κάποιο παιδί χρειάζεται περισσότερη βοήθεια απ’ ό,τι συνήθως», σκέφτηκε.
Πήρε το σακουλάκι του, φίλησε τη μαμά του και ξεκίνησε για το Δάσος των Ψιθύρων.Εκεί, κάτω από ένα δέντρο που έμοιαζε με καρδιά, συνάντησε ένα κοριτσάκι που καθόταν μόνο του. Το έλεγαν Άννα, και τα μαλλιά της ήταν μπερδεμένα απ’ τον άνεμο, όπως και η καρδούλα της.
«Τι έχεις;» τη ρώτησε γλυκά ο Πίκο.
Η Άννα τον κοίταξε με μάτια μεγάλα και γεμάτα δάκρυα.
«Έχασα το κουράγιο μου. Δεν μπορώ να ονειρευτώ πια…»
Ο Πίκο κάθισε δίπλα της, της έδωσε ένα κομμάτι ζαχαρωτό από την πολιτεία του και άγγιξε το μέτωπό της με τα φωτεινά του αφτιά.

Εκείνη τη στιγμή, η σπίθα της Ελπίδας φωτίστηκε δυνατά και πέρασε από τον Πίκο στην καρδιά της Άννας.Η Άννα χαμογέλασε. Ήταν μικρό χαμόγελο στην αρχή, αλλά μέσα του έκρυβε έναν ολόκληρο κόσμο.
«Θες να με βοηθήσεις να χαρίσουμε κι άλλα όνειρα;» της είπε ο Πίκο.
Κι έτσι, άρχισαν να ταξιδεύουν μαζί, σκορπώντας όνειρα, φως και ελπίδα όπου υπήρχε σκοτάδι.
✨ Το βουνό των χαμένων ονείρων
Ο Πίκο και η Άννα ξεκίνησαν το ταξίδι τους προς το Βουνό των Χαμένων Ονείρων. Εκεί, λένε, καταλήγουν τα όνειρα που τα παιδιά ξεχνούν ή φοβούνται να πιστέψουν.
Καθώς ανέβαιναν το μονοπάτι, το τοπίο γινόταν πιο γκρίζο και ήσυχο. Κανένα πουλάκι δεν κελαηδούσε, και οι πέτρες έμοιαζαν να τους ψιθυρίζουν: «Γυρίστε πίσω…»
Η Άννα ένιωσε λίγο φόβο, αλλά ο Πίκο της έπιασε το χέρι. «Μη φοβάσαι. Όταν είμαστε μαζί, η σπίθα δεν σβήνει ποτέ.»
Στην κορυφή του βουνού, βρήκαν μια μεγάλη γυάλινη σφαίρα. Μέσα της υπήρχαν χιλιάδες μικρές φυσαλίδες – τα χαμένα όνειρα των παιδιών. Κάθε φυσαλίδα είχε κι ένα χρώμα: μπλε για τα όνειρα που γεννήθηκαν από λύπη, πράσινα για τα όνειρα της ελπίδας και χρυσά για τα πιο γενναία.
Η Άννα άπλωσε το χέρι της και μια μπλε φυσαλίδα την άγγιξε. Ήταν το δικό της παλιό όνειρο: να πετάξει στον ουρανό με φτερά από χαρτί.
Ο Πίκο της χαμογέλασε. «Αυτό το όνειρο δεν έχει χαθεί. Απλώς περίμενε να το ξαναπιστέψεις.»
Με τη δύναμη της αγάπης και της φιλίας τους, οι φυσαλίδες άρχισαν να ζωντανεύουν. Άνοιξαν τα φτερά τους και πέταξαν στον ουρανό, γυρνώντας στα παιδιά που τις είχαν ξεχάσει.
Από τότε, λένε πως, όταν κοιτάς τον ουρανό και βλέπεις κάτι να λάμπει σαν μικρή φυσαλίδα, είναι ένα όνειρο που γύρισε πίσω.
✨ Το πρώτο όνειρο
Μετά την επιστροφή των ονείρων, ο ουρανός άλλαξε. Ένα τεράστιο μοβ αστέρι εμφανίστηκε και άρχισε να κινείται, σαν να τους καλούσε. Ο Πίκο και η Άννα κοίταξαν ο ένας τον άλλο και κατάλαβαν — ήταν το μονοπάτι προς τη Χώρα του Ψιθυρισμένου Φωτός.
Μπήκαν σε μια βάρκα από φτερά παγωνιού, που αιωρούνταν στον αέρα, και το αστέρι τους οδήγησε μέσα από ουράνια ρεύματα. Γύρω τους πετούσαν πολύχρωμα πλάσματα, σαν πεταλούδες με πρόσωπα που χαμογελούσαν.
Μόλις έφτασαν, είδαν μια πόλη φτιαγμένη από φως — όλα τα σπίτια ήταν ημιδιαφανή, οι δρόμοι έλαμπαν απαλά και τα δέντρα τραγουδούσαν. Εκεί τους περίμενε η Φλόγα, μια μικρή νεράιδα που φορούσε φόρεμα από άστρα.
«Παιδιά μου», τους είπε με φωνή που έμοιαζε με τραγούδι, «η καρδιά σας έχει φέρει ισορροπία στον κόσμο των ονείρων. Όμως τώρα… ήρθε η ώρα να δείτε το Πρώτο Όνειρο. Το όνειρο που δημιούργησε όλο τον κόσμο.»
Η Άννα και ο Πίκο την κοίταξαν με μάτια ορθάνοιχτα. Το Πρώτο Όνειρο; Αυτό δεν ήταν παραμύθι;
Η Φλόγα τους οδήγησε σε μια λίμνη τόσο ήρεμη, που έμοιαζε με καθρέφτη. Μέσα της, άρχισε να σχηματίζεται μια εικόνα — μια τεράστια καρδιά που έλαμπε και κάθε παλμός της γεννούσε ένα άστρο.
Ήταν η Αγάπη. Η πρώτη σπίθα. Η αρχή της μαγείας.
Και τότε κατάλαβαν: κάθε καλό όνειρο, κάθε ζεστό χαμόγελο, κάθε πράξη καλοσύνης… ήταν κομμάτι από εκείνη τη φωτεινή καρδιά.
✨ Ο Πίκο η Άννα και οι τρεις δοκιμασίες
Καθώς ο Πίκο και η Άννα κοιτούσαν τη λίμνη του Πρώτου Ονείρου, ένας ψίθυρος πέρασε ανάμεσα στα φύλλα των τραγουδιστών δέντρων:
«Κάποιος έρχεται… να σβήσει τη Φλόγα.»
Η νεράιδα Φλόγα σκοτείνιασε. «Ο Κλέψος. Ο μόνος που γεννήθηκε χωρίς όνειρα. Θέλει να σβήσει την Πρώτη Σπίθα για να καλύψει τον κόσμο με λήθη. Αν τα όνειρα σβήσουν… οι άνθρωποι θα ξεχάσουν πώς να αγαπούν.»
Ξαφνικά, ο ουρανός ράγισε. Από τις ρωγμές έπεσε σκοτεινή σκόνη. Ένα πλάσμα με μαύρη κάπα, χωρίς πρόσωπο, κατέβηκε στη Χώρα του Ψιθυρισμένου Φωτός. Όπου περνούσε, τα σπίτια του φωτός έσβηναν ένα ένα και τα δέντρα σιωπούσαν.
Η Άννα ένιωσε φόβο, μα ο Πίκο έσφιξε το χέρι της.
«Δεν θα τον αφήσουμε. Έχουμε τη σπίθα της Ελπίδας μέσα μας.»
«Και την καρδιά μας ενωμένη,» πρόσθεσε η Άννα.
Η Φλόγα έσκυψε και άγγιξε τα μέτωπά τους. Μια λάμψη ξεπήδησε από μέσα τους και ένωσε τις καρδιές τους με μια χρυσή κλωστή. Με αυτό το δεσμό, μπήκαν στη λίμνη του Πρώτου Ονείρου.
Μέσα στη λίμνη, έπρεπε να περάσουν από τρεις Δοκιμασίες:
- Το Δάσος του Φόβου – όπου έβλεπαν τους χειρότερους φόβους τους.
- Το Παζλ της Ξεχασιάς – όπου έπρεπε να θυμηθούν τι σημαίνει να είσαι παιδί.
- Το Δωμάτιο της Απόφασης – εκεί όπου θα έπρεπε να διαλέξουν: να κρατήσουν την σπίθα για πάντα ή να τη δώσουν πίσω στην καρδιά του κόσμου.
Ο Κλέψος τους περίμενε στο τέλος…
- Δοκιμασία: Το Δάσος του Φόβου.
Ο Πίκο και η Άννα περπάτησαν μέσα στη λίμνη και ξαφνικά βρέθηκαν σε ένα αλλόκοτο, σκοτεινό δάσος. Τα δέντρα δεν είχαν φύλλα — μόνο μάτια. Τα κλαδιά έμοιαζαν να ψιθυρίζουν πράγματα που δεν ήθελες να ακούσεις.
«Πίκο… και αν αποτύχουμε;» ψιθύρισε η Άννα, καθώς το έδαφος τριζοβολούσε κάτω από τα πόδια της.
«Μαζί δεν θα αποτύχουμε ποτέ,» της απάντησε, αλλά… και ο ίδιος άρχισε να νιώθει φόβο. Ο αέρας πάγωσε. Κάτι πλησίαζε.
Ξαφνικά, μπροστά τους εμφανίστηκαν οι ίδιοι — αλλά λυπημένοι, μόνοι, γερασμένοι. Οι Φόβοι τους πήραν μορφή.
Ο Πίκο είδε τον εαυτό του να μην έχει σπίθα. Ήταν απλός λαγός, ξεχασμένος.
Η Άννα είδε ένα παιδί που δεν μπορούσε να γελάσει, που είχε ξεχάσει την αγάπη και ένιωσε ότι έχανε όλα όσα έμαθε.
«Δεν αξίζουμε την αγάπη,» τους είπαν οι Σκιές.
Η Άννα έτρεμε. Μα τότε, θυμήθηκε κάτι.
Το πρώτο όνειρο που είχε ποτέ: να πετάξει.
Άνοιξε τα χέρια της και φαντάστηκε φτερά. Η σπίθα στην καρδιά της φώτισε ξανά. «Δεν είμαστε οι φόβοι μας!» φώναξε.
Ο Πίκο φώναξε μαζί της. «Είμαστε τα όνειρά μας!»
Η σπίθα τους έλαμψε τόσο δυνατά, που οι Σκιές έλιωσαν σαν καπνός και το δάσος γέμισε φως. Τα μάτια στα δέντρα έκλεισαν ήσυχα. Η πρώτη δοκιμασία είχε περάσει.
Μπροστά τους, μια χρυσή πόρτα άνοιξε — οδηγούσε στο Παζλ της Ξεχασιάς.
2. Δοκιμασία: Το Παζλ της Ξεχασιάς.
Ο Πίκο και η Άννα πέρασαν μέσα από τη χρυσή πόρτα και βρέθηκαν σε έναν τεράστιο θόλο γεμάτο χρώματα — αλλά όλα ήταν μπερδεμένα. Κομμάτια από παιχνίδια, γέλια, εικόνες, μυρωδιές… σαν κάποιος να είχε σπάσει όλα τα παιδικά όνειρα και να τα πέταξε ανακατεμένα στο πάτωμα.
Στο κέντρο υπήρχε ένα τεράστιο παζλ από φως. Έλειπαν κομμάτια. Ένα φτερό χαρταετού, ένα χαμόγελο, ένα λούτρινο αρκουδάκι, μια ζωγραφιά.
Μια φωνή ακούστηκε:
«Για να περάσετε, πρέπει να θυμηθείτε. Όχι ποιοι είστε τώρα, αλλά ποιοι ήσασταν όταν ακόμα πιστεύατε πως όλα είναι δυνατά.»
Η Άννα κοίταξε γύρω της. Έπιασε ένα κομμάτι που έμοιαζε με παλιά ζωγραφιά.
«Αυτό… είναι το σπίτι που είχα ζωγραφίσει όταν ήμουν 5 χρονών. Ήθελα να ζήσω μέσα σε ένα παγωτό!»
Ο Πίκο βρήκε ένα μικρό κουτί. Μέσα του υπήρχε ένα καρουζέλ από μαλλί της γριάς.
«Ήθελα να ταξιδεύω σε σύννεφα από γλυκά και να δίνω χαρά.»
Όσο θυμούνταν, τα κομμάτια πετούσαν στον αέρα και πήγαιναν στη θέση τους στο παζλ. Το χρώμα γύριζε στον χώρο, τα χαμόγελα αντηχούσαν σαν τραγούδι. Όταν έβαλαν το τελευταίο κομμάτι — μια παιδική ζωγραφιά που έγραφε «ΑΓΑΠΩ» — το παζλ φώτισε ολόκληρο τον θόλο.
Η φωνή επέστρεψε:
«Μόνο όσοι θυμούνται τι θα πει να είσαι παιδί… μπορούν να προστατεύσουν τα όνειρα.»
Η επόμενη πόρτα άνοιξε. Μπροστά τους, απλωνόταν ένα απλό δωμάτιο, χωρίς τίποτα μέσα. Μόνο ένας καθρέφτης και ένα κουτί με φωτιά.
Ήταν… Το Δωμάτιο της Απόφασης.
3. Δοκιμασία: Το Δωμάτιο της Απόφασης.
Ο Πίκο και η Άννα μπήκαν σιωπηλά. Το δωμάτιο δεν είχε τίποτα το μαγικό. Ήταν απλό. Λευκό και στο κέντρο του, ένα κουτί που έλαμπε σαν να είχε μέσα έναν μικρό ήλιο — η Σπίθα του Πρώτου Ονείρου.
Δίπλα στο κουτί υπήρχε ένας καθρέφτης. Μα δεν έδειχνε την εικόνα τους. Έδειχνε… τον κόσμο.
Ένα αγόρι που κοιμόταν μόνο του. Μια γιαγιά που κοίταζε τη φωτογραφία της οικογένειάς της. Ένα παιδί που φοβόταν να μιλήσει στο σχολείο. Κάθε άνθρωπος που είχε ξεχάσει να ονειρεύεται.
Μια φωνή ακούστηκε — ήταν διαφορετική αυτή τη φορά. Ήρεμη. Σοβαρή.
«Αν κρατήσετε τη Σπίθα για πάντα, θα έχετε δύναμη, μαγεία, φως.
Αν την επιστρέψετε στην Καρδιά του Κόσμου… όλα τα όνειρα θα ζωντανέψουν ξανά.
Αλλά… δεν θα θυμούνται όλοι εσάς.»
Η Άννα και ο Πίκο κοιτάχτηκαν.
«Θα ξεχάσουν εμάς;» ρώτησε η Άννα με δάκρυα στα μάτια.
Ο Πίκο της χαμογέλασε.
«Αν ο κόσμος ξαναβρεί το φως του… αξίζει. Ακόμα κι αν δεν μας θυμούνται, τα όνειρα που ζήσαμε θα μείνουν.»
Η Άννα άγγιξε τη Σπίθα. Ο Πίκο έβαλε το χέρι του πάνω στο δικό της. Μαζί, την έριξαν πίσω στην καρδιά του κόσμου.
Μια έκρηξη φωτός σκέπασε τα πάντα.
Όταν ξύπνησαν, ήταν ξανά στον ζαχαρωτό τόπο. Μα κάτι είχε αλλάξει. Τα παιδιά γελούσαν πιο δυνατά. Οι άνθρωποι ονειρεύονταν ξανά.
Η Άννα και ο Πίκο θυμόντουσαν μόνο ένα πράγμα:
«Κάποτε, κάναμε κάτι μαγικό… και η αγάπη κέρδισε.»
📜 Παραμύθι & εικόνα: © fairytalesworld.com
Για προσωπική χρήση μόνο – Απαγορεύεται η εμπορική αναδημοσίευση χωρίς άδεια.
Δες τους Όρους Χρήσης