Κάποτε, σε ένα μικρό σπιτάκι στην άκρη ενός τεράστιου δάσους, γεννήθηκε ένα αγόρι μικροσκοπικό σαν ρεβύθι. Οι γονείς του ήταν φτωχοί, αλλά τον αγαπούσαν πάρα πολύ και αποφάσισαν να το κρατήσουν. Έτσι, το κράτησαν και επειδή ήταν και πολύ μικρούλης τον ονόμασαν Κοντορεβιθούλη.

Μπορεί να ήταν μικρός στο σώμα, αλλά είχε μυαλό σπινθηροβόλο και καρδιά μεγαλύτερη απ’ τα δέντρα του δάσους.
✨
Μια χρονιά, ο χειμώνας ήρθε νωρίς και τα τρόφιμα δεν έφταναν. Ο πατέρας του, με βαριά καρδιά, αποφάσισε να οδηγήσει τα παιδιά του στο δάσος, δήθεν για βόλτα και να τα αφήσει εκεί. Ο Κοντορεβιθούλης όμως είχε ακούσει το προηγούμενο βράδυ τον πατέρα του που μίλαγε με την μητέρα του για το δάσος και σκέφτηκε ένα σχέδιο.
Μάζεψε μικρές πέτρες και τις άφηνε στο μονοπάτι, για να ξαναβρούν τον δρόμο της επιστροφής.
Κι έτσι έγινε.
✨
Όμως την επόμενη μέρα ο πατέρας του αποφάσισε να κάνει το ίδιο, αλλά ο κοντορεβυθούλης δεν βρήκε πέτρες, είχε μόνο ένα μπισκότο μαζί του, έτσι το έκανε κομματάκια και το άφηνε στο δρόμο. Όμως Και τα πουλιά τα έφαγαν και το μονοπάτι εξαφανίστηκε. Οι γονείς του είχαν χαθεί, τα αδέρφια του εξαφανίστηκαν και το δάσος είχε αλλάξει τελείως.
Δεν ήταν απλώς δάσος πια. Ήταν το Δάσος των Χαμένων Ήχων. Εκεί που κάθε ήχος ξεχνιέται από τους ανθρώπους και πάει να κοιμηθεί.
Ο Κοντορεβιθούλης περπάτησε με θάρρος. Στο δρόμο του, βρήκε:
— Ένα τραγούδι από ένα παιδί, που έμοιαζε με άνεμο.
— Μια κουδουνίστρα που έκλαιγε γιατί κανείς δεν τη θυμόταν.
— Κι έναν Γίγαντα… που είχε χάσει τη φωνή του.
✨
Ο Γίγαντας, παλιότερα ήταν τρομακτικός αλλά είχε γίνει πλάσμα μοναχικό. Ονομαζόταν Σιγανός και ήθελε μόνο ένα πράγμα: να ξαναβρεί τη φωνή του.
— «Αν με βοηθήσεις,» είπε στον Κοντορεβιθούλη, «θα σε πάω πίσω στους γονείς σου.»
— «Και πώς θα το κάνουμε αυτό;» ρώτησε το μικρό αγόρι.
— «Πρέπει να βρεις το πιο σημαντικό ήχο της καρδιάς σου. Μόνο έτσι θα ξυπνήσει ο Λίθος της Μνήμης και θα ανοίξει το μονοπάτι.»
✨
Ο Κοντορεβιθούλης άκουσε, έψαξε και Θυμήθηκε…
…την αγκαλιά της μητέρας του,
…τα βήματα του πατέρα του,
…τη σιωπή στο σπίτι όταν όλοι κοιμόντουσαν αλλά πάντα η αγάπη ήταν εκεί.
Έκλεισε τα μάτια και τραγούδησε ένα τραγούδι που δεν είχε φωνή. Ήταν σκέψη, μνήμη, συναίσθημα.
Τότε το δάσος φώτισε,οι ήχοι ξύπνησαν και ο Σιγανός έβγαλε έναν βαθύ, τρυφερό ήχο — έναν αναστεναγμό.
Και τότε… μπροστά τους εμφανίστηκε ένα μονοπάτι με πέτρες που έλαμπαν.

✨
Ο Κοντορεβιθούλης γύρισε σπίτι. Οι γονείς του τον αγκάλιασαν σφιχτά και δεν ξαναμίλησαν ποτέ για εκείνο το δάσος. Αλλά κάθε φορά που άκουγαν έναν όμορφο ήχο, έλεγαν:
— «Ίσως να ήταν από εκεί…»
Ο Κοντορεβιθούλης μεγάλωσε. Όχι σε μέγεθος — εκεί έμεινε πάντα μικρός.
Αλλά έγινε ο μεγαλύτερος ακροατής του κόσμου και εκείνος που δεν ξεχνούσε τίποτα. Γιατί ήξερε:
Ο κόσμος σώζεται όχι από αυτούς που φωνάζουν, αλλά από αυτούς που θυμούνται.
✨ Τέλος
📜 Παραμύθι & εικόνα: © fairytalesworld.com
Για προσωπική χρήση μόνο – Απαγορεύεται η εμπορική αναδημοσίευση χωρίς άδεια.
Δες τους Όρους Χρήσης