Ο αυτοκράτορας με τα καινούργια ρούχα

(βασισμένο στο παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν)

👑 Κάποτε, σε μια μακρινή χώρα, ζούσε ένας Αυτοκράτορας που αγαπούσε μόνο ένα πράγμα περισσότερο κι από το βασίλειό του: τα ρούχα! Είχε ντουλάπες γεμάτες μανδύες, παπούτσια και στέμματα για κάθε ώρα της ημέρας.

✦ Δεν τον ένοιαζε τι έκαναν οι στρατιώτες του, ούτε τι χρειαζόταν ο λαός του. Το μόνο που τον απασχολούσε ήταν τι θα φορέσει το πρωί, το μεσημέρι και το βράδυ.

✦ Μια μέρα, εμφανίστηκαν στην πόλη δύο παράξενοι ξένοι. Ήταν απατεώνες, αλλά συστήθηκαν ως μεγάλοι ράφτες από μια χώρα μαγική. Είπαν πως μπορούσαν να ράψουν τα πιο υπέροχα ρούχα που είχε δει ποτέ ο κόσμος — ρούχα αόρατα για όσους ήταν ανόητοι ή ακατάλληλοι για τη θέση τους!

✦ Ο Αυτοκράτορας ξετρελάθηκε!

«Τι έξυπνη ιδέα!» σκέφτηκε.

«Θα μάθω ποιοι αξίζουν τις δουλειές τους και ποιοι όχι — και θα φοράω τα πιο μοναδικά ρούχα στον κόσμο!»

✦ Έτσι, τους έδωσε ένα σωρό χρυσά νομίσματα και τους έφτιαξε ένα δωμάτιο-εργαστήριο με μεταξωτές κλωστές και ακριβά υφάσματα. Οι απατεώνες άρχισαν να “δουλεύουν”, αλλά στην πραγματικότητα… δεν έκαναν τίποτα. Κρατούσαν τον αργαλειό άδειο και παρίσταναν ότι υφαίνουν.

✦ Ο Αυτοκράτορας ανυπομονούσε, αλλά φοβόταν να πάει ο ίδιος να δει — μην τυχόν και δεν δει τίποτα! Έτσι, έστειλε τον Πρωθυπουργό του.

✦ Ο καημένος ο Πρωθυπουργός κοίταξε… και φυσικά δεν είδε τίποτα! Μα φοβήθηκε να το παραδεχτεί.

«Ω! Είναι υπέροχο το σχέδιο και τα χρώματα είναι… εξαιρετικά!» είπε με θαυμασμό.

✦ Μετά έστειλε τον Βασιλικό Σύμβουλο. Κι εκείνος δεν είδε τίποτα, αλλά δεν ήθελε να φανεί ανόητος. «Απίθανα ρούχα, αντάξια του Αυτοκράτορα!» φώναξε.

✦ Ο Αυτοκράτορας ενθουσιάστηκε. Αποφάσισε να τα φορέσει για τη μεγάλη παρέλαση της πόλης!

✦ Οι “ράφτες” τον βοήθησαν να «ντυθεί» — κάνοντάς τον να σηκώσει τα χέρια και να γυρίσει γύρω-γύρω — παρόλο που δεν υπήρχε τίποτα.

«Αχ, πόσο σας πάει!» του είπαν.

«Το παντελόνι εφαρμόζει τέλεια, και το μανδύα σας θα τον ζηλεύουν όλοι οι βασιλιάδες!»

✦ Ο Αυτοκράτορας κοίταξε τον καθρέφτη και… δεν έβλεπε τίποτα! Μα ούτε αυτός τόλμησε να το πει. Έτσι βγήκε έξω, εντελώς γυμνός, να περπατήσει στους δρόμους, καμαρώνοντας με περηφάνια.

✦ Ο κόσμος τον κοίταζε σαστισμένος. Όλοι είχαν ακούσει για τα μαγικά ρούχα και δεν ήθελαν να φανούν ανόητοι, οπότε χειροκροτούσαν λέγοντας:

«Τι όμορφα ρούχα! Πόσο του ταιριάζουν!»

✦ Ώσπου… ένα μικρό παιδάκι φώναξε:«Μα… ο βασιλιάς είναι γυμνός!»

✦ Στην αρχή, όλοι σώπασαν. Μετά, ένας-ένας άρχισαν να ψιθυρίζουν, κι έπειτα να γελούν. Ο Αυτοκράτορας άκουσε τα λόγια… ένιωσε τα μάγουλά του να καίνε από ντροπή. Μα δεν σταμάτησε. Συνέχισε να περπατάει — όχι γιατί είχε θάρρος, αλλά γιατί δεν ήθελε να παραδεχτεί την αλήθεια.

✦ Οι δύο απατεώνες; Είχαν ήδη φύγει από την πόλη, με τα χρήματα του βασιλιά στις τσέπες.

✦ Και από τότε, ο Αυτοκράτορας έγινε λίγο πιο ταπεινός… και λίγο πιο προσεκτικός στο τι πιστεύει και ποιον εμπιστεύεται.


📜 Παραμύθι & εικόνα: © fairytalesworld.com
Για προσωπική χρήση μόνο – Απαγορεύεται η εμπορική αναδημοσίευση χωρίς άδεια.
Δες τους Όρους Χρήσης

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Κύλιση στην κορυφή